Μια φορά κι έναν καιρό, σε ένα μικρό χωριό που απλωνόταν στις πλαγιές ενός καταπράσινου λόφου, ζούσε η Ελπίδα. Τα σπίτια από πέτρα ήταν χτισμένα αμφιθεατρικά, προσφέροντας μια πανοραμική θέα στο τοπίο. Οι κάτοικοι, με τις ρίζες τους βαθιά φυτεμένες στην παράδοση, ζούσαν μια ήρεμη ζωή, καλλιεργώντας τη γη και φροντίζοντας τα ζώα τους. Η Ελπίδα ήταν ένα κορίτσι με μάτια που έλαμπαν σαν αστέρια και μια φαντασία που δεν είχε όρια, όλοι μέρα διάβαζε βιβλία και μελετούσε χάρτες. Όταν κοιτούσε τον ουρανό, έβλεπε αστερισμούς που σχημάτιζαν μαγικά ζώα και μυστηριώδεις χώρες. Ονειρευόταν να γίνει εξερευνήτρια, να σπουδάσει και να κάνει ανακαλύψεις, να ταξιδέψει σε μακρινά νησιά και να ανακαλύψει χαμένους θησαυρούς. Οι συγχωριανοί την κορόιδευαν για τα όνειρά της και έτσι σταμάτησε να τα λέει. Χανόταν στις σκέψεις της μόνη τη νύχτα και δεν έλεγε τα όνειρά της σε κανέναν γιατί στενοχωριόταν με τα πειράγματα και τις κοροϊδίες τους, είχε αποφασίσει να μη παρατήσει ποτέ τα όνειρά της.
Ο μοναδικός που την καταλάβαινε ήταν ο παππούς της, ένας γέρος ναυτικός που της διηγούνταν ιστορίες για μακρινά νησιά και θαλασσινές περιπέτειες. Ο παππούς της, της έλεγε πάντα:
"Τα όνειρα είναι σαν τους σπόρους, χρειάζονται φροντίδα για να ανθίσουν
Αλλά καθώς μεγάλωνε, η ζωή της γέμισε με υποχρεώσεις και ο παππούς της πέθανε. Οι φωνές των μεγαλύτερων την έπειθαν πως τα όνειρά της ήταν απλά παιδικά παραμύθια.
"Πρέπει να είσαι πιο ρεαλίστρια,"
«Μη σπαταλάς την ώρα σου στα όνειρα» της έλεγαν.
Έτσι, με βαριά καρδιά, έκρυψε τα όνειρά της σε ένα παλιό σεντούκι στο πατάρι.
Πέρασαν χρόνια και η Ελπίδα, αν και είχε μια καλή ζωή, ένιωθε ένα κενό μέσα της. Της έλειπαν τα όνειρά της, που κάποτε τη γέμιζαν με χαρά. Μια μέρα, αποφάσισε να καθαρίσει το πατάρι. Όταν άνοιξε το σεντούκι, μια αχτίδα ηλίου έπεσε πάνω σε ένα παλιό χάρτη που είχε σχεδιάσει. Ήταν ένας χάρτης που έδειχνε ένα νησί με φοίνικες, όπου ζούσαν σπάνια πλάσματα και κρυμμένοι φυσικοί θησαυροί.
Αυτός ο χάρτης ήταν η σπίθα που ανάπτυξε ξανά τη φλόγα της φαντασίας της. Θυμήθηκε όλα τα όνειρά της και αποφάσισε ότι δεν μπορούσε να τα αφήσει να χαθούν. Ξεκίνησε να μαθαίνει όσα περισσότερα μπορούσε για τα μέρη που ήθελε να επισκεφτεί και να ανακαλύψει.
Στην αρχή, τα εμπόδια φάνηκαν αξεπέραστα. Δεν είχε τα χρήματα για ένα ταξίδι, αλλά δεν το έβαλε κάτω. Συνέλεξε χρήματα δουλεύοντας επιπλέον ώρες και σχεδιάζοντας προσεκτικά το ταξίδι της. Όσο περισσότερο το σκεφτόταν και το σχεδίαζε τόσο ο ενθουσιασμός της μεγάλωνε.
Τελικά, η μέρα έφτασε.
Η Ελπίδα βρέθηκε στο νησί των ονείρων της και ήταν ακόμα πιο μαγευτικό από όσο είχε φανταστεί. Τέτοια χαρά και ενθουσιασμό δεν είχε νοιώσει ποτέ στη ζωή της. Αν και δεν βρήκε κανένα χαμένο θησαυρό, βρήκε κάτι πολύ πιο πολύτιμο: την ευτυχία που έρχεται από την πραγματοποίηση των ονείρων μας.
Ηθικό δίδαγμα:
Τα όνειρά μας είναι σαν τους σπόρους.
Αν τους φυτέψουμε με αγάπη και φροντίδα, θα ανθίσουν και θα μας δώσουν καρπούς που θα γεμίσουν τη ζωή μας με χαρά και νόημα.
© Katerina