Translate

All rights reserved

Ιστορίες, σκέψεις και Παραμύθια για μεγάλους και μικρούς
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μύθος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μύθος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Εμπνευσμένο από το μύθο του Αισώπου: Γεωργός και τύχη

Ο Αγρότης και η τύχη


Μια φορά και έναν καιρό,  τα πολύ παλιά τα χρόνια σε μια ηλιόλουστη χώρα μακρινή ζούσε ένας  πολύ ταλαιπωρημένος άνθρωπος.  Το επάγγελμά του ήταν αγρότης και το όνομά του Αριστομένης, κάθε μέρα πάλευε με τη γη, έτσι ώστε να  μπορεί να έχει τα απαραίτητα για την οικογένειά του, είχε τέσσερα παιδιά βλέπετε.  Ήταν ψηλός και απίστευτα εργατικός, προσπαθούσε τα παιδιά του  να έχουν διαφορετική τύχη από εκείνον. 

                                                       

  Εκείνο το φθινόπωρο όμως είχε αρρωστήσει η Μεγάλη η κόρη του η Μυρτώ.  Ο γιατρός είπε πως χρειαζόταν ξεκούραση και καλό φαγητό για να γίνει καλά. Καθώς πήγαινε κάθε μέρα στο χωράφι, για να καταφέρει να εξασφαλίσει όλα εκείνα που θα έκαναν τη Μυρτώ καλά είχε εξαντληθεί αυτός και το άλογό του με αποτέλεσμα να πέσει το άλογο και να σπάσει το πόδι του. Αγανακτισμένος συνέχισε να πηγαίνει κάθε μέρα στο χωράφι και να προσπαθεί να σπείρει το σιτάρι, έτσι ώστε  να σώσει το κορίτσι του.

Ένα πρωινό, σκαλίζοντας την άγρια γη, αντίκρισε κάτι απρόσμενο, κάτι έλαμπε εκεί κάτω από το νοτισμένο χώμα. Βρήκε ένα κιούπι χρυσές λίρες, πόσο τυχερός στάθηκε. Η μοίρα του άλλαξε σε μια στιγμή και από φτωχός βιοπαλαιστής έγινε πλούσιος γαιοκτήμονας. Ο αγρότης αισθάνθηκε απέραντη ευγνωμοσύνη για τη γη. Κάθε μέρα έπλεκε στεφάνι με λουλούδια και στεφάνωνε τη μητέρα γη, αναγνωρίζοντας την ως πηγή της ευημερίας της οικογένειάς του.

«Από εσένα ευεργετήθηκα και σ’ ευχαριστώ» 

ψιθύριζε κάθε μέρα με ευγνωμοσύνη,  αφού άφηνε στη γη  το στεφάνι.

 Η κόρη του Αριστομένη έγινε καλά και η οικογένεια στην αρχή ήταν πολύ ευτυχισμένη. Στην πορεία όμως εκείνος άλλαξε πολύ, σταμάτησε να νοιάζεται τους συγχωριανούς του, έκανε ένα τεράστιο σπίτι με μεγάλο φράχτη έτσι ώστε να μη το βλέπει κανείς και δεν τον ένοιαζε πια τίποτα! Όσο περνούσε ο καιρός χαμογελούσαν και λιγότερο, αγόραζαν περισσότερα υλικά αγαθά και μιλούσαν με λιγότερους ανθρώπους. Ο Αριστομένης γινόταν όλο και πλουσιότερος και αφού δεν βοηθούσε κανέναν η ικανοποίησή του  ήταν ελάχιστη!

‘Έφτασαν στα αυτιά της θεάς τύχης τα νέα, ότι ο Αριστομένης στεφανώνει τη γη, αντί να ευγνωμονεί την τύχη του και να βοηθάει τους συνανθρώπους του. Η θεά τύχη νευρίασε μαζί του, αποφάσισε να τον επισκεφτεί μεταμφιεσμένη και να βάλει τα πράγματα στη θέση τους. Αν φερόταν καλά θα συνέχιζε να τον ευεργετεί, αλλιώς θα έφευγε από κοντά του και θα έπαιρνε τη θέση της η κακοτυχία


 Το επόμενο πρωί κιόλας η θεά τύχη, ντυμένη με ρούχα φτωχικά και κρατώντας μπαστούνι, έφτασε στο αρχοντικό του Αριστομένη. Χτύπησε την πόρτα και του είπε:

 «Διψάω και πεινάω μήπως μπορείτε να με βοηθήσετε;»

«Όχι» 

απάντησε ο Αριστομένης

«Να πας αλλού να σε βοηθήσουν, να εκεί στους φίλους σου τους φτωχούς, εκείνοι θα σε συμπονήσουν καλύτερα».

Η γριούλα τον κοιτούσε σαστισμένη!

«Πόσο πολύ τον άλλαξε ο ξαφνικός πλούτος, τον τύφλωσε» σκέφτηκε. Στενοχωρήθηκε πολύ που ο Αριστομένης έγινε αλαζόνας και αχάριστος. Τότε πήρε την απόφαση να φύγει από κοντά του και να δώσει τη θέση της στην κακοτυχία.

Εκείνη η μέρα έμεινε βαθιά χαραγμένη στη μνήμη του Αριστομένη, ήταν η μέρα που έχασε το κιούπι με τις χρυσές λίρες. Άνοιξε η γη και το κατάπιε, του είπε η γυναίκα του δείχνοντάς του μια τεράστια ρωγμή στο πάτωμα. Αισθάνθηκε πως έχασε ολόκληρη τη ζωή του, έκλαιγε και οδυρόταν και παρακαλούσε τη γη  να του επιστρέψει το χρυσάφι. 

Όταν συνειδητοποίησε ότι η κατάστασή του δεν μπορεί να αλλάξει και πρέπει να συνεχίσει τη ζωή του φτωχός, προσπάθησε να σκεφτεί ποιος από τους φίλους του θα μπορούσε να τον βοηθήσει. Δεν μπορούσε να σκεφτεί ούτε έναν. 


Τρομαγμένος θυμήθηκε πως και εκείνος δε βοήθησε κανέναν από τους  παλιούς του φίλους που χρειαζόταν βοήθεια, αισθάνθηκε τύψεις και ντροπή για το χαρακτήρα του. Δεν ήξερε τι να κάνει,  μίλησε τότε στην  οικογένειά του για το κακό που τους βρήκε και τη νέα κατάσταση. 

«Καλά να πάθω, ήμουν αγνώμων».

«Αφού καλέ μου πατέρα έδινες κάθε μέρα ένα στεφάνι στη γη, έδειχνες ευγνωμοσύνη».

«Ναι, αλλά έπρεπε να βοηθάω και τους φίλους και τους συγχωριανούς μου, αυτό δεν ήταν αρκετό για την καλή μου τύχη».

«Πατέρα όλοι μαζί θα δουλέψουμε και θα επιβιώσουμε».

Στενοχωριόταν όλο και περισσότερο,  που όταν είχε χρήματα δε βοήθησε κανέναν από τους παλιούς του φίλους και συγχωριανούς. Τα χρήματα τον άλλαξαν, τον έκαναν αλαζόνα και εγωιστή. Τι δε θα έδινε να γυρνούσε τον χρόνο πίσω και να βοηθούσε όλο το χωριό, αλλά αυτό ήταν αδύνατο πλέον. Νόμιζε ότι επειδή βρήκε το πιθάρι με τις λίρες στη γη και κάθε μέρα έδινε ένα στεφάνι με λουλούδια στη γη έδινε την ευγνωμοσύνη του, έτσι αισθανόταν ότι έκαμνε το καθήκον του και ήταν ήσυχος με τη συνείδησή του. Ντρεπόταν και όταν τους έβλεπε χαμήλωνε το κεφάλι του, δεν μπορούσε τώρα που ήταν φτωχός να ζητήσει τη βοήθειά τους.

Εκείνος ο Οκτώβρης ήταν ο πιο δύσκολος της ζωής τους, τα χωράφια δεν μπορούσε να τα σπείρει, αφού δεν είχε ζώα, προσπαθούσε με τα χέρια του αλλά ήταν αδύνατο, σπόρους δεν είχε και έτσι έβγαλε το σπίτι του προς πώληση. Το αποφάσισε, θα πήγαινε στην πόλη εργάτης στο εργοστάσιο για να μπορεί να επιβιώσει με την οικογένειά του. Φοβόταν μήπως αρρωστήσει και πάλι το κοριτσάκι του. Όταν έμαθαν οι παλιοί φίλοι και συγχωριανοί για την κατάστασή του, έσπευσαν όλοι να βοηθήσουν, άλλος έφερε σπόρους, άλλος άλογο, άλλος άροτρο και έτσι σπάρθηκαν όλα τα χωράφια του Αριστομένη. Εκείνος δε σταμάτησε να τους ευχαριστεί και να τους ζητάει συγνώμη. Ο Αριστομένης άλλαξε πραγματικά προσπαθούσε να βοηθάει όποιον είχε ανάγκη και μετάνιωσε για τον προηγούμενο χαρακτήρα του.

Η θεά τύχη τον επισκέφθηκε πάλι παριστάνοντας μια ζητιάνα, την πήρε μέσα στο σπίτι, της πρόσφερε την καλύτερη φιλοξενία και εκείνη ευχαριστήθηκε πολύ για την αλλαγή του.

«Τι γνώμη έχεις για την τύχη και τη ζωή σου;»

«Ευλογώ την τύχη μου, γιατί μου έδωσε τόσο καλή οικογένεια, έκανε καλά το κοριτσάκι μου και με έβαλε κοντά σε τόσο καλούς φίλους και συγχωριανούς».

Η θεά τύχη κατάλαβε ότι ο Αριστομένης είχε μετανιώσει και είχε καταλάβει πραγματικά τι έχει σημασία για τη ζωή και αποφάσισε να του δώσει πίσω το πιθάρι με τις λίρες.

Όταν ο Αριστομένης είδε τη γη ανοιγμένη και το πιθάρι με τις λίρες και πάλι στην επιφάνεια, ευχαρίστησε την καλή του τύχη και υποσχέθηκε να βοηθάει όποιον έχει ανάγκη και βρεθεί στην πόρτα του. Γκρέμισε τον τοίχο που είχε υψώσει στον κήπο, άνοιξε την αυλή να παίζουν παιδιά και κάτω από την ανθισμένη κερασιά έστρωσε ένα τεράστιο τραπέζι για όλους.


Ηθικά διδάγματα από τον μύθο

Η ευτυχία δεν μετριέται σε όρους πλούτου

Ο Αριστομένης πίστευε ότι ο πλούτος θα τον έκανε ευτυχισμένο, αλλά έμαθε ότι η αληθινή ευτυχία έρχεται από την οικογένεια, τους φίλους και την ευγνωμοσύνη.

Η αλαζονεία και ο εγωισμός δεν οδηγούν στην ευτυχία

Όταν ο Αριστομένης έγινε πλούσιος, έγινε αλαζόνας και εγωιστής, αγνοώντας τους γύρω του. Η αλλαγή του χαρακτήρα του τον απομάκρυνε από την ευτυχία.

Η ευγνωμοσύνη είναι απαραίτητη:

·         Ο Αριστομένης ξέχασε να είναι ευγνώμων για ό,τι είχε, εστιάζοντας μόνο σε ό,τι ήθελε. Η απώλεια του πλούτου τον έκανε να συνειδητοποιήσει πόσα είχε να ευχαριστεί.

Η μετάνοια και η αλλαγή είναι πάντα δυνατές:

  Ο Αριστομένης μετάνιωσε για την κακή του συμπεριφορά και άλλαξε προς το καλύτερο. Η αλλαγή του τον έκανε πιο ευτυχισμένο και αγαπητό.

Η αλληλεγγύη και η προσφορά φέρνουν χαρά:

           Ο Αριστομένης έμαθε ότι η αλληλεγγύη και η προσφορά στους άλλους φέρνουν χαρά και ικανοποίηση.

Η τύχη μπορεί να αλλάξει:

        Ο Αριστομένης βίωσε μια ξαφνική αλλαγή στην τύχη του. Η ιστορία μας υπενθυμίζει ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο και πρέπει να εκτιμούμε ό,τι έχουμε.

Η ζωή είναι γεμάτη μαθήματα:

·         Ο Αριστομένης έμαθε πολλά από τις εμπειρίες του, τόσο καλές όσο και κακές. Η ιστορία μας καλεί να είμαστε ανοιχτοί στα μαθήματα που μας προσφέρει η ζωή.


Μύθος του Αισώπου: "Ο φιλάργυρος και ο χαμένος θησαυρός"

 Ή αλλιώς "Η  ματαιότητα του πλούτου"

              (Η εικόνα έγινε με τη χρήση ΑΙ ύστερα από λεπτομερή περιγραφή)

Μια φορά και έναν καιρό σε μια λαμπερή χώρα ζούσε ένας άνθρωπος μόνος. Ο άνθρωπος αυτός ήταν φιλάργυρος, του άρεσε δηλαδή να μαζεύει χρήματα και όσο περνούσε ο καιρός, η μόνη του χαρά ήταν να βλέπει τα χρήματά του. Αυτό ήταν σαν ασθένεια, όλο και περισσότερο απολάμβανε να βλέπει τα χρήματά του και τόσο λιγότερο χαιρόταν τη ζωή και τους ανθρώπους στον τόπο του. Κάποιοι άνθρωποι γύρω του είχαν ανάγκη από βοήθεια, εκείνος όμως ήταν σκληρός και δε βοηθούσε κανέναν, μόνο τα χρήματά του τον ένοιαζαν. Ήταν η μόνη πηγή χαράς για εκείνον. Ήθελε όλο και περισσότερα, έτσι αποφάσισε να πουλήσει το μεγάλο σπίτι του και να ζήσει σε ένα πολύ μικρό.

"Τί να το κάνω το μεγάλο σπίτι, μόνος μου ζω".

Επίσης, αποφάσισε να πουλήσει τα κτήματά του, γιατί πλέον δεν έβγαζαν αρκετά και να κάνει όλα τα χρήματά του χρυσάφι. Έτσι και έγινε, μετέτρεψε όλη την περιουσία του σε χρυσάφι.

(Η εικόνα έγινε με τη χρήση ΑΙ ύστερα από λεπτομερή περιγραφή)

Για να μη του κλέψουν οι κλέφτες το χρυσάφι από το σπίτι, σκέφτηκε να τον κρύψει σ’ ένα τείχος  που ήταν μακριά στην άκρη του χωριού. Κάθε μέρα πήγαινε στο τείχος, άνοιγε τις πέτρες  και καμάρωνε το χρυσάφι του. Εκεί κοντά άρχισε η οικοδόμηση ενός σπιτιού και δούλευαν εργάτες . Ένας εργάτης έβλεπε κάθε μέρα τον φιλάργυρο να πηγαίνει στον τοίχο και υποψιάστηκε ότι κάτι έχει εκεί.

«Τι να κάνει άραγε κάθε μέρα εκεί ο άνθρωπος αυτός» αναρωτήθηκε.

Τον παρακολούθησε, είδε τον χρυσό και την κρυψώνα και όταν έφυγε ο φιλάργυρος  έκλεψε τον χρυσό και εξαφανίστηκε.
Την επόμενη μέρα όταν πήγε ο φιλάργυρος να ψάξει στην κρυψώνα του για το χρυσό, αλλά μάταια. Έκλαιγε και παραμιλούσε στο δρόμο:

           (Η εικόνα έγινε με τη χρήση ΑΙ ύστερα από λεπτομερή περιγραφή)

«Τι θα κάνω τώρα, δεν έχει πια νόημα η ζωή μου».

«Λαμπερό μου χρυσάφι που είσαι;»

Τον άκουσε τότε ο γέροντας του χωριού και έτρεξε κοντά του, να του συμπαρασταθεί και να τον βοηθήσει.

«Τι σου συμβαίνει» τον ρώτησε.

«Όλη μου τη ζωή δούλευα, έκανα την περιουσία χρυσάφι, το έκρυψα στο τείχος και τώρα δεν είναι εκεί».

Τότε ο σοφός γέρος του απάντησε:

 «Μη στενοχωριέσαι, γιατί εκεί που είχες τον χρυσό δε χρησίμευε για τίποτα άλλο παρά για πέτρα».


  Ηθικά διδάγματα από τον μύθο "Ο Φιλάργυρος και ο χαμένος θησαυρός"

Ο πλούτος δε φέρνει ευτυχία.

Η εμμονή με τον πλούτο μπορεί να οδηγήσει σε τυφλότητα και αλαζονεία.

Ο πλούτος δεν έχει αξία αν δε χρησιμοποιείται για το καλό και δε μοιράζεται.

Η αναγνώριση των αδυναμιών μας είναι το πρώτο βήμα για την εξέλιξη.

Η μετάνοια μπορεί να οδηγήσει σε αλλαγή και εξέλιξη.

 Η σημασία του μέτρου, ούτε η πλήρη αφιέρωση στον πλούτο αλλά ούτε η πλήρη αδιαφορία για τα υλικά αγαθά είναι ιδανική.

Όλοι κάνουν λάθη και αξίζουν μια δεύτερη ευκαιρία.



Συζήτηση με τα  παιδιά:

Για τα ηθικά διδάγματα του μύθου.

Για τα συναισθήματα που ένοιωσαν για καθέναν από τους ήρωες.



Προεκτάσεις

Μπορούν να πουν, να ζωγραφίσουν ή να γράψουν τη δική τους ιστορία, που θα είναι εμπνευσμένη από τον μύθο.

Μπορούν να παίξουν το μύθο ως θεατρικό παιχνίδι σε ομάδες.



All rights reserved©Aridaiaplace


Ευχαριστούμε για την επίσκεψη ❤️

Ευχαριστούμε για το χρόνο που αφιερώσατε να αφήσετε ένα μήνυμα! Μας αρέσει να διαβάζουμε τα σχόλιά σας. Θα προσπαθούμε πάντα να ανταποδίδουμε την επίσκεψή σας. Όλες οι εικόνες καθώς και οι αφηγήσεις έχουν πνευματικά δικαιώματα που ανήκουν στον δημιουργό και προστατεύονται από διεθνείς και εθνικούς νόμους. Αν αναγνωρίσετε τον εαυτό σας σε κάποια φωτογραφία και δε θέλετε παρακαλούμε ενημερώστε μας να την κατεβάσουμε. Για οτιδήποτε θέλετε να αναπαραγάγετε μπορείτε να επικοινωνήσετε.

Ανεμώνες

Ανεμώνες